|
το такси #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово такси? — ταξί как с (ново)греческого переводится слово ταξί? — такси — κεραμείον — φορολογητέος — εξηνταρίζω — αχυροτόμος — άργητα — γιουχαϊσμός — ισχύς — αλίμαχτος — βραχύτητα — δραστικός — γιασεμί — αδιάρθρωτος — παλινωδία — ζυμωτήρι — στρεψαυχενία — καλοπαντρεύομαι — δερνοκοπιέμαι — βρωμοκόριτσο — γερμανόπληκτος — συμβατισμός — μάγειρος |
|||