Новогреческий словарь
μακροπρόθεσμα
μακροπρόθεσμα
В течении долгого периода времени
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μακροπρόθεσμα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αποθλίβω
—
καλτσοποιία
—
γαμβροθήρας
—
περιστρέφομαι
—
κάθουμαι
—
ρόδινο
—
αμάρευμα
—
αριθμογραφία
—
μικρομέγαλος
—
τονούμενος
—
φιορίνι
—
βασίζομαι
—
δεσμεύομαι
—
επασχόληση
—
σκευοφόρος
—
απογέμιση
—
ειδώς
—
σανιδένιος
—
θρεψερός
—
μπουσουλίζω
—
μωρουδάκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве