|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παραδόξως? — — αναλακτίζω — βρέμα — καταναγκασμός — ξεπαρθενεύω — σακιδιοθήκη — εκφορά — νοσφισμός — Αφγανός — βατραχάνθρωπος — εξορίζω — ατμάκατος — δηλοί — δάγκαμα — σχισμένος — άκαυτος — αδιαντροπιά — ψυχοκτονία — αυτομόλησία — γής — ανάγερτος — σκοπευτήριο |
|||