|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δακρύβρεχτος? — — φωνογράφημα — διατυμπανισμός — πιστός — τεκμηριωτικός — εδρον — χελώνα — αγεωγράφητος — οφθαλμόρροια — ξέστρωτος — ολόχαρος — εργοδότρια — φόρος — λεττονικός — περιστερά — χουλιάρι — ξαναμαθαίνω — χρυσοθηρία — ονομασία — όνειρο — τεσσαρακονθήμερο — σουρτάρι |
|||