Новогреческий словарь
έκραξα
έκραξα
αόρ. от κράζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
έκραξα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πολυωνυμικός
—
καταβρόχθιση
—
ψηκτροποιείο
—
μποδίζω
—
οκτακόσιοι
—
μονομηνιάτικα
—
διαστολέας
—
μισοζώντανος
—
αποσαλεύω
—
απαρχαιωνούμαι
—
κονσερβοκούτι
—
ουραυλος
—
λάζος
—
ψωροφθαλμία
—
αγιότητα
—
γομολάστιχα
—
νόστιμος
—
προφορικά
—
χτυπιούμαι
—
ακατράμωτος
—
ραπτική
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве