|
(-ιδος) η та(__,__) кто бродит по лесу #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово та, кто бродит по лесу? — δρυμοβάτις как с (ново)греческого переводится слово δρυμοβάτις? — та, кто бродит по лесу — μαργαρώδης — ειδησεολογικός — καρδιαλγία — εμπειρογνώμονας — ακαμάκιωτος — ρηγματάκι — επιστόμιση — ωτίτης — ενδεκάδα — οξύτητα — αλληλεπαγωγή — γαργαλιστικός — σμίγω — ανάξιος — ικτερικός — εδεμικός — σαλαγάω — δικαίως — διακομίζω — εποποιία — πινιάτα |
|||