|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ενοφθαλμίζομαι? — — ανθότοπος — σταυλάρχης — ομόηχος — εφησυχάζω — εξέλκω — νομομαθής — διακωμώδηση — αξάβουλα — μαγγανεία — εκπιεστός — ξωθιά — δίπλευρος — αποδημητικός — υπνοφοβία — επιληψία — βρωμιούχος — ασύμφυτος — φτωχογειτονιά — ετεροδικία — υπερασπιστός — καταμεσίς |
|||