|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναλογικά? — — δασόβιος — ανθρωπομορφικός — οργανωτής — γαλιάνδρα — ακόλαστος — ζωικός — καλένδες — επήχθην — λιποβορής — μισακάρισσα — σκευασία — συμπάω — επαινοθήρας — αλησμονώ — αμπροστερεύω — ξαπολνιέμαι — παρατεταγμένα — ανικανότητα — αλληλοδιάδοχος — εκσκάπτω — πάρωρα |
|||