|
το зимовье, место зимовки (скота) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово зимовье? — ξεχειμαδειό как на (ново)греческом будет слово место зимовки? — ξεχειμαδειό как с (ново)греческого переводится слово ξεχειμαδειό? — зимовье, место зимовки — καρμπόν — μπατζανάκης — μπαρμπερίζω — αδόκιμος — ομφαλοκήλη — σλαυισμός — απειροπλασίως — χαλινός — αντιμαρτυρία — πετυχημένα — έναυση — μαυραγάνι — ανακρεμαστός — ιχθυολιμένας — φλοιός — εκπορθώ — σμυρίγδι — σβησμένος — συμπληγάδες — συστοιχία — παρακκλήσι |
|||