Новогреческий словарь
αντροδίαιτος
αντροδίαιτ|ος
пещерный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пещерный
? —
αντροδίαιτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντροδίαιτος
? — пещерный
#
(ново)греческий словарь
—
λυκότρυπα
—
μυθοπλαστικός
—
τουμπελέκι
—
εμψυχωτικά
—
πεσκαδούρος
—
προσβληθείς
—
αντιχαιρέτισμα
—
παλινόρθωση
—
ψευδοκλασσικισμός
—
ρητινίτης
—
σολόδερμα
—
αρχάνθρωπος
—
φυματιολογικός
—
κακοπιστία
—
αγουρογεράνω
—
διέπηξα
—
ημερίδα
—
εμβρυοειδής
—
δίχροος
—
δυσπρόσβλητος
—
σωφροσύνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,