Новогреческий словарь
χασισώνω
χασισώνω
усыплять гашишем
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
усыплять гашишем
? —
χασισώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
χασισώνω
? — усыплять гашишем
#
(ново)греческий словарь
—
ραπτικός
—
κυανός
—
αλευροβιομηχανία
—
δισκοβόλος
—
ροδίτης
—
μπαταρία
—
λιοπερίβολο
—
μεγαλοϊδεάτικος
—
στήσιμο
—
υπερκοπιάζω
—
παρτιτούρα
—
μάδημα
—
οφθαλμόλουτρο
—
φυλακάτορας
—
γλυκόριζα
—
αλατοπιπερώνω
—
φυσικό
—
αναγερτός
—
περισώζομαι
—
τροχάδην
—
διέκπλους
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,