|
ο насос #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово насос? — αναρροφητής как с (ново)греческого переводится слово αναρροφητής? — насос — σωφρονιστικός — λεβέντικα — αντενεργώ — αποτριχωτικός — ανεπένδυτος — υποκάτω — ευλυγισία — κριτήριο — μπουγάτσα — μπαρμπέρης — αεροβική — πόσο — εσώθην — γλιστριόρικος — αμετάτρεπτος — πορνοβοσκός — κουνουποφάγος — ηπατομεγαλία — παρέμβολον — αποξέχασμα — δοξάρι |
|||