|
ο переводчик, переводчица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово переводчик? — μεταφραστής как на (ново)греческом будет слово переводчица? — μεταφραστής как с (ново)греческого переводится слово μεταφραστής? — переводчик, переводчица — χαρτομαντεία — ανθρακείο — εισήλθον — υπερεπείγον — ολούθε — γόητρο — εκμετάλλευση — θανάσιμος — εξαλμίζω — κρυσταλλικότητα — βρακοφόρος — μοσχοστουβιά — αποικίζω — δεξιόστροφος — παρωνύμιον — ζωοφαγικός — κίτρινο — πρωτοτοκία — αχαμνά — σιταρόσπορο — αποπάζαρα |
|||