|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово στελέχωση? — — τεταρτογενής — γυμνωσιά — προσομοιάζω — ανεπίκριτος — κομμίωση — μακεδόνικος — καγκελόφραχτος — προτού — ολόμπροστα — αποκαή — αναχωρητήριο — λιανικίός — σχοινοκλίμακα — παραληρητικός — κοντολογώ — μαξιλλαροθήκη — μέμφομαι — μεταλαμπαδεύω — αλαφροπατώ — ψυχοβιολογία — αγροτικός |
|||