|
внутрипартийный; ~ή δημοκρατία — внутрипартийная демократия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово внутрипартийный? — εσωκομματικός как с (ново)греческого переводится слово εσωκομματικός? — внутрипартийный — γονοκοκκίαση — χνουδερός — αχινόσουπα — βιβλιογράφος — τραυλός — οργανισμός — ριπίδιο — κυτταροειδές — αμνησιακός — μπιρμπίλα — όπτησις — σελλάδικο — συντρίμμι — αστεροσκόπος — κληροδοσία — κήδομαι — ολυμπιακός — οππορτουνισμός — μονότονος — λιγυρότης — σελεμιάζω |
|||