|
ο тех. регулятор пара, парораспределитель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово регулятор пара? — ατμοσύρτης как на (ново)греческом будет слово парораспределитель? — ατμοσύρτης как с (ново)греческого переводится слово ατμοσύρτης? — регулятор пара, парораспределитель — μάργαρος — προσήλωση — ανατίμηση — χρονολογούμαι — ασυναρμολόγητος — δεινότητα — κτηνίατρος — κιτρίνιασμα — κατατοπιστικός — κατσικοπόδης — γυάρδα — αρροκάνιστος — αμνημόνευτος — επάκτιος — πασσαλοσανίδα — αλάργα — τεσσαρακοντούτης — ζαχαροποιός — νεφοσκόπιο — αναχλιαίνω — ανεβαίνω |
|||