Новогреческий словарь
ερεισίνωτον
ερεισίνωτον
το
спинка
(стула и т. п.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спинка
? —
ερεισίνωτον
как с
(ново)греческого
переводится слово
ερεισίνωτον
? — спинка
#
(ново)греческий словарь
—
αστραποβόλημα
—
αέριο
—
μοναχιάζω
—
σεμιγδάλι
—
γαλακτοσάκχαρο
—
περιβολάρισσα
—
ψευτοφυλλάδα
—
εκδηλώνομαι
—
δεινοπαθής
—
διασυρτικός
—
μπετονόπροκα
—
αναισθητοποίηση
—
δασοκόμος
—
γυναικομάνι
—
αλκοολικός
—
αρμεχτά
—
φατριαστής
—
δυναμογόνος
—
οργανόγραμμα
—
δομώ
—
υπερασπιστός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве