Новогреческий словарь
έσο
έσο
προστ. от είναι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
έσο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κλαυθμύρισμα
—
πειστικός
—
αποτίμημα
—
φαίνω
—
τεκμηριώνομαι
—
εφτακοσάρι
—
αφορμή
—
ετερότροφος
—
φασολάδα
—
εγωτικός
—
ίσαμε
—
ακροβάτης
—
νομαρχείο
—
προσηλυτισμός
—
επισύρω
—
γαρυφαλέλαιον
—
ακριβοθωρώ
—
μέλλων
—
θόριο
—
διώκω
—
περιμετρικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве