Новогреческий словарь
ηκροάσθην
ηκροάσθην
παθ. αόρ. от άκροωμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ηκροάσθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
χιλιοχρονίτικος
—
ταχυγραφικός
—
θηλάκιο
—
εξολισθαίνω
—
ανάτρεχα
—
Αυγούστα
—
ξέλειχα
—
ναρκωμένος
—
υδροπωλητής
—
δαφνοστεφανώνω
—
γκαζάδικο
—
σύγαμπρος
—
γουρουνομούρης
—
ασυλλάβιστος
—
αιγαιοπελαγικός
—
θέμις
—
τροφοδοτώ
—
όροφος
—
ανοίκειος
—
μπαϊρακτάρης
—
εκφαίνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве