ηκροάσθην

формы словаβ
ηκροάσθην
παθ. αόρ. от άκροωμαι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ηκροάσθην? —


αποθαρρώθειάφισμακυβερνητικήυπαναχωρώκαρυοθραύστηςσίελοντραβηγμένοςφωτοσβεστικόςδιοπύρωσηίσοαλάνθαστοςεπακουμβώανέκδοτοευεργέτηςαρχαιότεροςΜετέωραμιαντόςεικοσαπλούςυγειονομικόναμυγδαλόψιχααιτιώδης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit