|
η бот. пион #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пион? — πηγωνιά как с (ново)греческого переводится слово πηγωνιά? — пион — ξεδιψάω — διακωμωδώ — αστραποβαρεμένος — φυντάνι — δηκτήρ — γεροντοθρόφι — αχαρτογράφητος — φροντιστηριακά — αμυγδαλόσχημος — χρωμοφάν — πεχλιβάνισσα — ευτολμία — αρμίδι — βρωμερότητα — σελλώνω — γλαρός — προωθούμαι — επιτυχημένα — ανάρρους — εκθαμβωτικός — αυταρχικότητα |
|||