|
το абрикос (плод) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово абрикос? — ζερδαλί как с (ново)греческого переводится слово ζερδαλί? — абрикос — ακακοπάθητος — καταβόθρα — σμίλευση — φουφούλα — ασυνάρτητο — χώμα — καταχερίζω — κατακοκκινίζω — πιτσουνάκια — περίφραγμα — ύαλος — γουβί — ανισοβαρής — εικοστημόριο — κωλοδάχτυλο — μάστορης — πρυμνιός — χωνευτής — διοκαυστικός — ζαχαροπλαστικός — κατασκοπεία |
|||