Новогреческий словарь
μεταγλωττίζω
μεταγλωττίζω
переводить
(чаще с кафаревусы на димотику)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
переводить
? —
μεταγλωττίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
μεταγλωττίζω
? — переводить
#
(ново)греческий словарь
—
αρχεμός
—
λεχωνιά
—
ανόργανα
—
βαθουλός
—
ανεμοκινητήρας
—
ανάκυρτος
—
ψευδοπροφήτπς
—
λυκάνθρωπος
—
μιγαδικός
—
τουρμπίνα
—
βραδυκαής
—
νεότερος
—
ταγή
—
ματθαιολία
—
μοσχοπληρώνω
—
γαργάλισμός
—
αεροδρομιακός
—
ξεμακραίνω
—
ηχοβολώ
—
ξακοσάρι
—
δώρισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве