Новогреческий словарь
επιμολυβδώνω
επιμολυβδώνω
тех.
свинцевать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
свинцевать
? —
επιμολυβδώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιμολυβδώνω
? — свинцевать
#
(ново)греческий словарь
—
ανορθωτικός
—
ξεσκάλωμα
—
δαδοφορία
—
εκπέτασμα
—
ρόχαλο
—
ονομασιολογία
—
στοφυλοκοκκίαση
—
μονατομικός
—
σχοίνος
—
μουσκαρεύω
—
κυματοθραύστης
—
επιμεριστικός
—
παραπληξία
—
εξόμπλιον
—
βράβευση
—
φασματογράφος
—
ράντζο
—
προνοώ
—
λαθραναγνώστης
—
διαρμίζω
—
ξοδιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве