|
το интернет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово интернет? — διαδίκτυο как с (ново)греческого переводится слово διαδίκτυο? — интернет — γνώρα — αιφνίδια — ράντισμα — θυμίαμα — εύπορος — καστανιά — ανεμόκουνι — περασιά — ομόφωνα — μολύβδαινα — τυραννίδα — παπαδίστικος — αναβίωμα — επιφυλακτικός — σατυρίαση — ανήλωσα — μουντζαλώνω — δανειολήπτης — σπήλαιο — στειροποιώ — νεόπηκτος |
|||