|
разбросанный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разбросанный? — εγκατεσπαρμένος как с (ново)греческого переводится слово εγκατεσπαρμένος? — разбросанный — δόλια — αρχαία — πάτος — λιμαδόρος — μαννάρα — τρεμοφέγγω — τυραννοκτόνος — ανδράποδο — τσομπανόσκυλο — ετερόχειρος — μυθοποιία — πονοκεφαλιά — αστριφτος — μαχαιροπίρουνο — αισθηματολόγημα — άδειασμα — εξώλαμπρα — δυσμαθής — κάλφας — ενδελεχώς — χαζοκουβέντα |
|||