Новогреческий словарь
αντεισαγωγή
αντεισαγωγή
η
ввоз (__чего-л.__) взамен вывезенного
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ввоз взамен вывезенного
? —
αντεισαγωγή
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντεισαγωγή
? — ввоз взамен вывезенного
#
(ново)греческий словарь
—
αρύς
—
παραγώνι
—
λυσεντερία
—
ωτιατρική
—
κυπαρισσέλαιο
—
θεατρινίστικος
—
άβαφος
—
αβαράρω
—
μελισσοφάγος
—
ερυθρόλευκος
—
πολιτικοοικονομικός
—
πρωτοθυμάμαι
—
κλινοστρωμνή
—
πρασινομάτης
—
γεγωνυία
—
μαγκαλάκι
—
συναλλαγματοβόρος
—
αρμονικά
—
δυσαπάτητος
—
αναισθητώ
—
φυλογένεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве