|
η вешание, подвешивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вешание? — επικρέμαση как на (ново)греческом будет слово подвешивание? — επικρέμαση как с (ново)греческого переводится слово επικρέμαση? — вешание, подвешивание — εκβαίνω — απογαλουχισμός — εμορφαίνω — δοκησίσοφος — μάγκικος — ραφανίδα — ασυνέπεια — φατσικά — ασφήνωτος — αυξημένος — εισαγωγή — υποβλάστη — ρυθμικά — δεκατεύω — αναθεμελιώνω — φαινόλη — χρησιμοποίηση — τρείς — προσεχώς — λιακός — ινδικός |
|||