|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεσσιανικά? — — αρένα — βιολέττα — στέλεχος — κράμα — σειέμαι — μικροφιλότιμος — οχυρωματικός — παρέλκυση — ζουγκρανίζω — αρχειοθέτρια — χρειάζομαι — χαρτόδετος — απλουστεύω — μουσταρδόσουπα — εννοιοκρατία — αποτίμηση — εφυαλωμένος — δασολόγος — κανάκια — αδιάστροφος — ξαναζωντάνεμα |
|||