|
достаточный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово достаточный? — επαρκής как с (ново)греческого переводится слово επαρκής? — достаточный — απροσωποληψία — ωοπαραγωγικός — μεγαλορρήμων — συννυφάδα — φυσώ — χασκογελώ — ηθική — προαγωγός — πρασινωπός — παραβαρύνω — ανταρσία — γλειψιματίας — οινοπνευμάτωσις — άμετρος — βίκος — μάθηση — στοπ — χειριδωτός — εξοντώνω — γαϊδουρογυρεύω — ιερολογία |
|||