|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σολέας? — — καρπέτα — γραφίδα — αρέντα — υπεράριθμος — θρονί — διαταράττω — ζαρωματιά — άσθμα — απασχόληση — άμμος — νηστευτής — ελαιοπωλείον — πάγκαλος — οπλοπολυβόλο — ολέθριος — αρτοπώλις — αλισβερίσι — ζαμπουνεύω — άσειστος — ιριδίζω — σπερματοθήκη |
|||