Новогреческий словарь
ωτολογικός
ωτολογικός
отологический
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
отологический
? —
ωτολογικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ωτολογικός
? — отологический
#
(ново)греческий словарь
—
αξεστάχυαστος
—
υποψία
—
αδαμάλιστος
—
οδοντικός
—
κατατείνω
—
οφθαλμιατρείο
—
υδροπλανικός
—
γεωπόνος
—
αδερφοσκοτωμός
—
έκδοτος
—
γαμπριάτικος
—
παρευθύς
—
ετερόκερος
—
γυαλίζω
—
μουράγιο
—
αντιφεμινιστής
—
κάστρο
—
ερήμωση
—
ατμιστήρας
—
πισσόχαρτο
—
αναπαυτήριο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве