Новогреческий словарь
απισχναίνω
απισχναίνω
(αόρ. απίσχνανα, παθ. αόρ. απισχνάνθην)
иссушать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
иссушать
? —
απισχναίνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
απισχναίνω
? — иссушать
#
(ново)греческий словарь
—
υπερκειμενικός
—
άρτηκας
—
γεννητούρια
—
γναφάλωση
—
εκτυλίσσομαι
—
αχυροκάλυβο
—
περιεσκεμμένος
—
ρούζ
—
επιφανής
—
ισούψής
—
ξεμπλέκω
—
θερμοκήπιο
—
ατολμία
—
ιστοθετικά
—
φορά
—
χαρισματικός
—
τσιγκούνικος
—
ρινίδι
—
διαμορφωτήρας
—
μερικότητα
—
μυκτήρ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве