|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πέδικλο? — — σαγονάς — αλατογόνος — ασύνακτος — κάφτρα — υπερούσιος — εγκάρδιος — νυχθημερόν — χοληδόχος — πεποικιλμένος — σιρός — δυσμαθής — μαγκούρο — ανεκδοτικός — ωτοπλασία — γενειάζω — Βουλγάρα — μελοποιώ — τιμαριθμικός — βαρύχορδο — καλαμποκόσουπα — γκέρλς |
|||