|
иммунизирующий ??? #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово иммунизирующий? — ανοσοποιητικός как с (ново)греческого переводится слово ανοσοποιητικός? — иммунизирующий — νερόφειδο — ναυαγοσωστικός — παλαιοελλαδίτης — δικτατορίσκος — ετεροκινησία — πτερωτός — απαύγασμα — αθάμβωτος — λουσάρω — εξαλβανίζω — μικροβιοφάγος — παραδεισιακός — σταλίκωμα — ηλιόλουτρο — πολιτευτής — χαζούλιακας — μπαλάντσο — ατονία — χανούμ — πυρίτιδα — επιτειχίζω |
|||